- Λακεδαιμόνιος
- (5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος στρατηγός, γιος του Κίμωνα. Ο πατέρας του τον ονόμασε έτσι, για τους ίδιους λόγους που είχε ονομάσει και τους δύο άλλους γιους του Θεσσαλό και Ηλείο, επειδή δηλαδή ήθελε ο οίκος του να είναι γνήσιος ελληνικός και να διατηρεί φιλικές σχέσεις με τις πιο αξιόλογες τότε περιοχές της Ελλάδας. Οι Αθηναίοι, μετά τη συμμαχία τους με τους Κερκυραίους (432 π.Χ.), ανέθεσαν στον Λ. τη διοίκηση του στόλου που απέστειλαν στην Κέρκυρα, με την ελπίδα ότι αυτός, ακολουθώντας την πολιτική του πατέρα του, θα προσπαθούσε να αποφύγει τη σύγκρουση με τον στόλο των Πελοποννησίων. Επειδή, όμως, τον στόλο του Λ. τον αποτελούσαν μόνο δέκα τριήρεις, οι επικριτές του Περικλή, του πανίσχυρου πολιτικού άνδρα της Αθήνας, τον κατηγόρησαν ότι ανέθεσε εσκεμμένα στον Λ. τη διεύθυνση του μικρού εκείνου στόλου, για να τον ταπεινώσει στους οπαδούς του.
* * *-α, -ο (Α Λακεδαιμόνιος, -ία, -ον) [Λακεδαίμων]1. (για πρόσ.) αυτός που κατάγεται από τη Λακεδαίμονα, Σπαρτιάτης («ὦ ξεῑν, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῃδε κείμεθα», Σιμων.)2. (μτγν. και για πράγμ.) αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στη Λακεδαίμονα («Λακεδαιμόνιοι αστέρες»).
Dictionary of Greek. 2013.